Новогреческий словарь
εμαυτού
εμαυτού
άντων. (употр. тк. в косе, падежах)
себя, себе???
τά λέγω εξ ~ — [phrase]я говорю это от своего имени[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
себя
? —
εμαυτού
как на
(ново)греческом
будет слово
себе
? —
εμαυτού
как с
(ново)греческого
переводится слово
εμαυτού
? — себя, себе
#
(ново)греческий словарь
—
αιγύπτιος
—
γκιουγκιούμι
—
μουσουλίνα
—
εξολίσθημα
—
ταριχευμένος
—
κορίτσι
—
πεινώ
—
φορολόγηση
—
γκαρσονιέρα
—
ονειροπαρμένος
—
εντράτα
—
περιπολικός
—
διάολος
—
στοματικός
—
θεραπεύσιμος
—
αξιωματικός
—
αλωπεκισμός
—
χρονομετρία
—
γροθιά
—
πείραμα
—
εκδοτέος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве