|
(до тех пор) пока; περίμενε εδώ ~ νά έρθω — [phrase]подожди здесь, пока я приду[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пока? — ωσότου как с (ново)греческого переводится слово ωσότου? — пока — τρισεκατομμύριο — απλυσιά — γλυκομεθάω — κατηχήτρια — ενεργητικότητα — μελανηφορώ — ξεροψήσιμο — εκλαμπρύνω — χολοστεαρικός — δίτρητος — ιστιοφόρος — γλάνος — αφαρμάκευτος — έποψις — ασυνάρτητος — ξεμυάλισμα — λιχουδιάρικος — μοσχοπουλάω — πονόδοντος — δικτάτορας — πουτσόδρομος |
|||