|
с широким ртом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово с широким ртом? — πλατύστομος как с (ново)греческого переводится слово πλατύστομος? — с широким ртом — εμβολισμός — μηλιόνι — ερρινίζω — ένστικτο — ανακομιδή — αποκρυπτογράφηση — αράδωτος — αρνόγαλο — ξενοκρατούμενος — κεραυνοβολώ — αναχαίτιση — απευκταίος — μεσήλικας — δουλειά — καματάρης — διακατοχή — τροφοδότηση — συσκοτισμός — γλιγλίζω — κουδουνατος — εφέσιμος |
|||