Новогреческий словарь
αναβρυτός
αναβρυτός
бьющий вверх
(о воде)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бьющий вверх
? —
αναβρυτός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναβρυτός
? — бьющий вверх
#
(ново)греческий словарь
—
παραλογητό
—
αιθεραναισθησία
—
νταούλι
—
νήξη
—
αποσπασματάρχης
—
δεκαεννιά
—
απαραμόρφωτος
—
χιονοβόλημα
—
προϊσταμαι
—
αρκτοζέφυρος
—
κλασμένος
—
ολυμπιονίκης
—
αγάντζωτος
—
σκλαβόπουλο
—
αρχισυμμορίτης
—
αρχαιοκαπηλικός
—
χειροκρότημα
—
συνορισιά
—
αμύγδαλο
—
ξεπετάω
—
έτυμον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,