|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τεντόπανο? — — παλαμικός — εμπύρευσις — δοντάκι — ξυλοκάρβουνο — επανεπίχωση — αλκή — στερνός — φιδίσιος — γειτονιάζω — καρβουνιά — συναγωνίστρια — λαιμητόμος — τριποδισμός — απορρίχνω — γλυκόπνοος — αμφίγνωμος — μισανδρία — διαμόρφωση — τραγικοκωμωδία — φρατρικός — σύγχρονος |
|||