|
η пучок лучей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пучок лучей? — ακτινοδέσμη как с (ново)греческого переводится слово ακτινοδέσμη? — пучок лучей — λιάνισμα — τριάκοντα — μεταδίδομαι — μαζορέτα — σοφίζομαι — ηλεκτρίζω — κέδρωση — ξώπετσος — οπιούχος — αμαξάρα — σαλατικό — ανήθικα — χιλιομέτρηση — αντηλιά — σλαυόφιλος — αντιφλογιστικός — επόπτρια — ακυριολεκτώ — μελικουκκιά — ανορύσσω — υπερυπουργός |
|||