|
четыре #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τέσσερα? — — αποδείξιμος — αχούφτιαστος — αναχωμάτωση — αποπροσγείωση — φυτολόγιο — βύας — αλατόμετρο — απολίτιστος — επιδικάζω — ορθολογισμός — πολυγράφηση — ποίημα — βρογχοπάθεια — κόλλυβος — κρανιοτομή — ανόρκιστος — ακουλλούριαστος — παραγεμισμένος — λεβέτι — αντίσταυρα — τάγιστρον |
|||