|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οβελισμός? — — καλαμποκέλαιο — απειθαρχία — καταλύτης — ωρολόγι — δριμύτητα — ραχάτεμα — αξονικός — τυμπανιστής — γαϊδουρόκομπος — ωκεανοπλοΐα — λιθανθρακαέριον — αμβλυκόρυφος — στρεπτός — πολεμιστής — σαγόνι — ακατανίκητο — βεβηλώνομαι — ξεμυγιάζω — αναξιότητα — επικίνδυνος — θερμάστρα |
|||