|
постепенный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово постепенный? — βαθμιαίος как с (ново)греческого переводится слово βαθμιαίος? — постепенный — κουλό — ουλτραμοντέρνος — χαρτόδεμα — δασύνω — γύφταρος — γνωματεύω — εραλδικός — όσιος — σελέμισμα — αλλοιωτικός — διασπώ — βαρύθυμα — εύξεινος — θέλοντας — μελλοντολόγος — στερεοποιούμαι — χλωρυδρικός — μαθητικός — αποσφραγίζω — ξαγρυπνώ — αυτοκατακρίνομαι |
|||