|
η фруктоза #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фруктоза? — φρουκτόζη как с (ново)греческого переводится слово φρουκτόζη? — фруктоза — θρησκοληψία — αντιμάχομαι — παππούδες — λασπώνω — προσδεκτός — αμφίγλωσσος — εμμηνοοπαυσία — ζατρίκονί — καημένος — φόρτσα — χασματώδης — ξυλογράφος — αγγειορραγία — άδυτο — μονοσήμαντος — επινικελώνω — επενεκτέος — αρτοποιία — σπάθη — μεγεθυντικό — υποδιευθύντρια |
|||