|
неопекаемый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неопекаемый? — ανεπιτρόπευτος как с (ново)греческого переводится слово ανεπιτρόπευτος? — неопекаемый — μοιρολατρικός — μεταποίηση — οντότητα — πυροφάνι — πηγαδάς — ψοφάω — φλάουτο — πανδούρα — εφτάδιπλος — δωροδόχος — πεταλουδίζω — παραποίηση — επίγειος — αποδιαβαίνω — γνάφαλλον — λαχειοφόρος — εξοχικός — νεότοκος — ανυπεύθυνος — εξαγριωμένος — συναιτιότης |
|||