|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τραμβάι? — — διαδοχικότητα — βουτυροπωλείο — άχ — αυτοδοκιμασία — Κυπριώτισσα — ευνομούμαι — ψευματίζω — άπαρτος — στραβολαιμιάζομαι — συντηρημένος — ξετσιπώνομαι — συντροφικά — αναμεσαριά — υττέρβιο — ξεστός — ενθάδε — προσοσιαλιστικός — μεταξοπαραγωγή — ταχύ- — πλινθοδομή — οινόφιλος |
|||