|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουκκιδίτσα? — — συναρμογή — επικουρία — ανακατάταξη — ακοίμιστος — κάθειρξη — όργητα — ραδιοηλεκτρισμός — βαθμονόμος — πελαγίζω — φλογάτος — γνώμη — αχόρδιστος — ξωτικός — νηνεμώ — διακελεύω — ικτερώδης — αχλωροφυλλία — ξέπλεκος — συνασφαλίζω — λαδέμπορος — ζουριασμένος |
|||