|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρυμοτόμητος? — — τανάλια — ακαμάκιωτος — αιμοπτυσία — διαμάντι — χαμάλης — κυνηγότοπος — εξωμάχος — επαναπατρίζομαι — εγκαθιστώ — ευωδιά — μπάτσισμα — μεσοκυττάριος — διήγημα — περνώ — έγχυμος — σύρραξη — κλωθογυρίζω — επίσημος — τελμάτωση — ανοχή — σχολιαρούδι |
|||