|
το грам. производное слово #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово производное слово? — παράγωγο как с (ново)греческого переводится слово παράγωγο? — производное слово — φυτευτήρι — δοκιμαστής — ζυγό — απρόσιτο — τριαδικός — γριτσανίζω — μεσίστιος — κιτσαριό — αλεπουδένιος — αντίθεος — πετρώδης — ζευκτήριος — σποριάζω — αποκοιμάμαι — δετός — ξεσκώ — ειρηνοφιλία — δασωμένος — καταγομνώνω — πωλητήριος — βεργιδαρσία |
|||