|
несвёрстанный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово несвёрстанный? — ασελιδοποίητος как с (ново)греческого переводится слово ασελιδοποίητος? — несвёрстанный — ποταμόπλοιο — ζυγοδάκτυλα — αποκούμπα — χονδρογενής — μανταρίζω — δευτέρωμα — καζίνο — ελαιόκαρπος — αντρογυνοχωρίστρια — τσουκαλιά — κηροπωλείο — δωρητός — χαλβαδοποιείο — βραδυφλογία — τουτέστι — κροκίδι — αυτομολώ — σπετσιέρης — επεύχομαι — φωτότυπο — σπαράγγι |
|||