|
I τό отрыжка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отрыжка? — ρέψιμο как с (ново)греческого переводится слово ρέψιμο? — отрыжка — παρεμβάλλω — μετεωροειδές — μαλλισρισμός — θεσιθήρας — αθρυμμάτιστος — υπερπροστατευτικότητα — κλαυθμυρίζω — μισοδρομής — διανάττω — εξαιρετικότητα — δευτέρωση — ποιήτρια — σταυροθολοκτισμένος — στόχαση — εξερευνώ — εισδύω — αφυπηρετώ — περίαπτον — ορθοδοντική — ετεροφώτιστος — ιντερμέτζο |
|||