|
(-εως) η установка мачт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово установка мачт? — ιστοθέτησις как с (ново)греческого переводится слово ιστοθέτησις? — установка мачт — αποβολή — λογοκλοπή — διατυμπάνιση — αλύγιστος — αναμεταξύ — τρισχίλιοι — απροθυμοποίητος — αστεροστάτης — πιετισμός — σφράγιση — ξεμοντάρισμα — Χ — παρακάμνω — δασώδης — καναρινάκι — τουρκοκρατία — μισόσκεπος — αδελφογαμία — κολάστρα — αυτοδιορίζομαι — παράσπονδος |
|||