|
το нападение (броском) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нападение? — χύμισμα как с (ново)греческого переводится слово χύμισμα? — нападение — καταπάτηση — μονογονία — μπεμόλ — απεικάζω — αυτοθετικός — οπλοδόκη — ασβέστωση — προπέλλα — χίασμα — γνωμοδοσία — ημίκλιντος — ασήκισσα — κεράτωμα — κωλοκουμούνι — χύμισμα — αλάβωτος — ωκυτόκιο — συγκόπτομαι — ανάφτω — κατάματα — παγοπέδιλα |
|||