|
обобщающий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обобщающий? — καθολικευτικός как с (ново)греческого переводится слово καθολικευτικός? — обобщающий — δαιμονολάτρης — γουρουνίζω — γονατιστήρι — εκτεθειμένος — λεθρίνι — μονοκύλινδρος — γαρνιτούρα — τρουβάς — συναλλαγματικός — ευσύνοπτα — παραπροϊόντα — ξυλάριον — τμήμα — καλαμοσάκχαρο — θαλαμόσκυλο — δίκιος — ζωογονώ — αγγαρεύω — αποχωμάτωση — περδικλώνω — άπασπρου |
|||