|
το каменоломня #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово каменоломня? — πετροκοπειό как с (ново)греческого переводится слово πετροκοπειό? — каменоломня — μαρκόνης — θρυλούνται — ώμ — λιγο- — χαμοκέρασο — ραμμένος — αλωνιά — ελαφρύνω — πρωτοκολλώ — φωτάω — αρατίζομαι — κλεφτουριά — δειλόψυχος — ακαταλαβίστικος — ζείδωρος — εμβόλευση — πενταπλάσιος — γύφτικα — επιστεφάνωση — ανεξάλειφτος — ευρωπαϊκός |
|||