|
η утилитаризм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово утилитаризм? — χρησιμοκρατία как с (ново)греческого переводится слово χρησιμοκρατία? — утилитаризм — δαρμός — αγνωστικιστής — αναβόλι — φίδι — σήμερον — νεοκλασσικισμός — συμμέτρηση — Αμάλθεια — καμακώνω — ψεκασμός — ευχαριστημένος — σταλίστρα — δαιμονισμένος — μπελτές — τετραήμερος — ημέρωμα — εξέμπλιον — γλαροδόλωμα — ταβανοσάνιδο — λογαριασμός — ψευδής |
|||