|
το снегопад #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово снегопад? — χιόνισμα как с (ново)греческого переводится слово χιόνισμα? — снегопад — γερανιός — αγαπητικός — εβραίος — ανασυνιστώ — αμπραγιάζ — μοσκοβόλημα — ανέμισμα — Παναμέζα — νυχτερεύω — ομηρία — γκάϊδα — ξαναζήσιμο — χερσώνω — ηλεκτροσυγκόλληση — ωσμοσκόπιο — αυτολίπανση — φακέλωμα — μπουλτόγκ — σουσάμι — βαθμοθετώ — ολόγυρα |
|||