λιθοθροπτικός

формы словаβ
λιθοθροπτικός
мед. камнедробильный;
          ~ό μηχάνημα — камнедробитель



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово камнедробильный? — λιθοθροπτικός
как с (ново)греческого переводится слово λιθοθροπτικός? — камнедробильный


συνταγμένοςευλογιασμένοςαλατωρύχοςψευτοφιλίαέγκυροςεπέρσιυποστιγμήφυλάγομαιαλλόδοξοςπλαδαρώςτεινεσμόςπροσπίπτωράμπαπρόκλώσιμοξυλοφαγάςκερατώνωανθρακοπωλείοναὑαίνωκαπίκιβροχοσκόπία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit