|
η грам. густое придыхание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово густое придыхание? — δασεία как с (ново)греческого переводится слово δασεία? — густое придыхание — ατουφέκιστος — ταλάντωση — ετέθην — αντιφέρνομαι — παραφυλάσσω — ξενόφερτος — μιλάνος — θραύω — καθοδηγητής — δονούμαι — ατράνταχτος — επιτόπιος — οχεία — καλοβρασμένος — ταλαιπωρημένος — εξωνημένος — αργός — αφόρητα — βεράντα — γκριμπός — νισαντήρι |
|||