Новогреческий словарь
εξουδετέρωση
εξουδετέρωση
η прям., перен.
нейтрализация
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нейтрализация
? —
εξουδετέρωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξουδετέρωση
? — нейтрализация
#
(ново)греческий словарь
—
αιματοκύλισμα
—
υγροσχαστικός
—
πεινασμένος
—
ενειμα
—
ενόν
—
ζυθεστιατόριο
—
χαιρεκακώ
—
διαβάλλομαι
—
επαγώγιμον
—
ασημόκουπα
—
λιβόνοτος
—
ερημωτικός
—
ξανομοίρασμα
—
στάθμηση
—
κεκαλυμμένα
—
συνορεύω
—
ξαγόρευση
—
απομιμούμαι
—
εξαδακτυλία
—
ανεμοφράκτης
—
μεταλλακτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,