Новогреческий словарь
εξουδετέρωση
εξουδετέρωση
η прям., перен.
нейтрализация
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нейтрализация
? —
εξουδετέρωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξουδετέρωση
? — нейтрализация
#
(ново)греческий словарь
—
φυλάσσομαι
—
παραγνώριση
—
απεναντίας
—
δεκαπενταέτης
—
ρωπικός
—
οπτιμίστρια
—
επίσημος
—
τάση
—
αδιαμέτρητος
—
πολυμορφοπύρηνο
—
ύδατα
—
ανοιχτοπράσινος
—
μελιτοεξαγωγέας
—
ηγουμενεία
—
διαρριπίζω
—
πυροηλεκτρισμός
—
θυμώδης
—
ζεστός
—
τηλεφωνογράφημα
—
ανοιχτόχρωμα
—
σανίδωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω