αθηναίικος

формы словаβ
αθηναίικος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αθηναίικος? —


αμετάβλητοςεγχέλιονασύστατοάφραγκοςγαλατάςπίθοςθεομήτωρεξαγορασμόςπληρωνόμενοςοδόςαναιμικόςπαπιόνεξαμερίααδυνάμωτοςλογοφέρνωφιλόσκιοςφαρμακοσυλλέκτηςψηφοθηρίαταυτόχρονοςδημογραφικόςαδελφοσκοτωμός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit