|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αθηναίικος? — — αμετάβλητος — εγχέλιον — ασύστατο — άφραγκος — γαλατάς — πίθος — θεομήτωρ — εξαγορασμός — πληρωνόμενος — οδός — αναιμικός — παπιόν — εξαμερία — αδυνάμωτος — λογοφέρνω — φιλόσκιος — φαρμακοσυλλέκτης — ψηφοθηρία — ταυτόχρονος — δημογραφικός — αδελφοσκοτωμός |
|||