|
το дождемер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дождемер? — βροχόμετρο как с (ново)греческого переводится слово βροχόμετρο? — дождемер — απερίσκεφτος — βράδυνση — προμηνύω — ψυχόπιτα — κητοειδής — πεντηκονθήμερος — τόπλες — γελαδίσιος — κρινοδάκτυλος — αρνησιθρησκία — αλυσίδετος — θησαυροφυλάκιο — γαλιάνδρα — αστείος — κακόγνωμος — Χιλιανή — προσμανθάνω — οκλαδίας — περιπτύσσομαι — καταδιώξιμος — κουρούπης |
|||