βροχόμετρο

формы словаβ
βροχόμετρο
το дождемер



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово дождемер? — βροχόμετρο
как с (ново)греческого переводится слово βροχόμετρο? — дождемер


απερίσκεφτοςβράδυνσηπρομηνύωψυχόπιτακητοειδήςπεντηκονθήμεροςτόπλεςγελαδίσιοςκρινοδάκτυλοςαρνησιθρησκίααλυσίδετοςθησαυροφυλάκιογαλιάνδρααστείοςκακόγνωμοςΧιλιανήπροσμανθάνωοκλαδίαςπεριπτύσσομαικαταδιώξιμοςκουρούπης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit