|
ο рел. спаситель души #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово спаситель души? — ψυχοσώστης как с (ново)греческого переводится слово ψυχοσώστης? — спаситель души — αρχοντάνθρωπος — αμμοχαλικοστρωμένος — διατομή — εξαίρετος — επτακόσιοι — πολιτικά — φαινόμενος — λιτανεία — χέζω — ραφινάρισμα — γεφυρωτικά — μουντίζω — σπονδή — εκέρασα — παγίδα — ωτίς — πλαγκτό — βαβούλι — μουστερίδισσα — μονήμερα — προσκυνήτρια |
|||