εξήφθην

формы словаβ
εξήφθην
παθ. αόρ. от εξάπτω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξήφθην? —


γρίλλωμαψωνίζομαιαπόίσοςφουρναριόγουβωτόςζαχαροποίησηφοράδαφούσκισμαβραδυτόκοςλεχουσιάτζιγέριηλιόβολοεπαφέθηνσουσαμάτοδυσαναλογίασκεπαστήεξουσίαβασάνισμόςλουλουδιασμένίοςμαγνητοφωνώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit