|
закаляться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово закаляться? — σκληραγωγούμαι как с (ново)греческого переводится слово σκληραγωγούμαι? — закаляться — κιβδηλεύω — τροχοπεδιλοδρομία — διακολλητικός — ζώστρα — ακωμώδιστος — μπανιάρισμα — πηρομέλεια — κατσάδα — αντιστράτηγος — μιλλίμετρο — αντίστοιχα — διακοινώσιμος — ξεμπαρκάρω — πλουτοκρατικός — ροδόσταγμο — ηθελημένος — μοσκιά — γιόμιση — απά — εφηβοσύνη — τσαμπουνώ |
|||