|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλτσοποιία? — — αβανταδόρος — αραιότριχος — ζωύφιο — φαρμακίλα — στοχασμός — δεμάτισμα — σύγκρυο — σησάμη — κουμπούρι — ξεφρενιασμένος — διαπεραιώνω — ξαπλωτός — Καναδάς — λούμεν — άγαμος — νεφροπάθεια — απριλιάτικα — σαλταδόρος — τρυφηλός — αναθρεπτήρας — γενεαλογικός |
|||