|
η прям., перен. водянистость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово водянистость? — υδαρότητα как с (ново)греческого переводится слово υδαρότητα? — водянистость — συνεπτυγμένος — δαφνόφυλλο — αμερικανισμός — επίμονος — βιογένεση — σταυλοφύλακας — γρατζουνίζω — πρανές — οκτάδα — απηλογιούμαι — ξυλοκόπημα — φρεσκοξυρισμένος — τσογλαναράς — εξάρθρωμα — ασιγούρευτος — σεισμολόγιο — εκλόγιμος — λεμονάδα — λυσσάρης — φτωχαδάκι — δραχμοποιώ |
|||