|
το интернат; пансион #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово интернат? — οικοτροφείο как на (ново)греческом будет слово пансион? — οικοτροφείο как с (ново)греческого переводится слово οικοτροφείο? — интернат, пансион — παρουσία — σπιουνιάρω — φακελώνω — κουβαράκι — ξιπάζω — αγευμάτιστος — αναγελαστικά — εξοχάδα — θαύμα — αυτοεπίγνωση — γεωγράφος — αυτομαστιγώνομαι — νεόπαντρος — αλάρω — καθετηρίασμός — φουσκομάγουλος — ενοικίαση — φτέρνα — λάπατο — συμπεριλαμβάνω — τηλέμετρο |
|||