|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επ'αυτοφώρω? — — εμπόρευμα — κωλαράκος — καφέα — σταδιοδρομώ — αζύγωτος — απροπαράσκευος — λαδώνω — πετρόβουνο — ημέρωμα — ακιδωτός — ύγρανση — χαυλιόδοντας — κουτρουβάλημα — επευφήμηση — εξάποδα — αγνωσιά — λογιάζομαι — αχρείαστος — σωληνίσκος — ερειπώ — εξαγόρασμα |
|||