Новогреческий словарь
επαναπαύω
επαναπαύω
успокаивать
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
успокаивать
? —
επαναπαύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επαναπαύω
? — успокаивать
#
(ново)греческий словарь
—
αποκοιμιστικά
—
εξωκοινοβουλευτικός
—
ακταίος
—
πισωδρομώ
—
αντιγράφομαι
—
ασθενοφόρο
—
ιπποδρομικός
—
λιθόστρωτος
—
ψηφίο
—
ανακλίνομαι
—
κοινωνικοποιώ
—
υπερίδρωσις
—
κουτοπονηριά
—
ερπετοειδής
—
προεκλογή
—
παχύμετρο
—
σηματοδοσία
—
παραπεμπτικός
—
αλατοειδής
—
ακλωστος
—
γνώριμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве