|
II τό смачивание, увлажнение; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смачивание? — βρέμα как на (ново)греческом будет слово увлажнение? — βρέμα как с (ново)греческого переводится слово βρέμα? — смачивание, увлажнение — ανθολόγος — παρίσταμαι — γλυκοβλέπω — κοοφόνους — αλατοζύγιον — κατηφεδένιος — μονήμερος — ξερόγελα — Κεραμεικός — ηθικοθρησκευτικός — επιτεταγμένος — πολυπύρηνος — αντίσκομα — διπλαριά — καραμπίνα — αρτιώνω — καλόγεννη — ευπαρουσίαστος — γυπάετος — λεβεντονιά — ψυχογενής |
|||