|
ο, η социолог #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово социолог? — κοινωνιολόγος как с (ново)греческого переводится слово κοινωνιολόγος? — социолог — εδραίος — αλμπάνης — διασταυρώνω — τσάχαλο — λιανοπουλώ — μεταλλακτήρας — ταλαντώ — κρυψώνας — σκολιότητα — σύντροφος — αναξιοπαθής — αργούτσικος — υδροπλάνο — κακοανατεθραμμένος — καπνοσύριγγα — ερχόμενος — βαναυσουργω — υπερτείνω — αμετάπειστος — βουκιά — ελλοβοκαρπος |
|||