|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρενδυτικός? — — αγγούρι — πειθήνιος — επικυρτώ — συμπυκνωτήρας — λιγοθυμώ — μπλόφα — εκατοχρονίτης — βρολβλός — υποδηματεργάτης — γριπίζω — σοσιαλισμός — παροικώ — γονατισιά — έγγαμος — αρσενικοθήλυκος — ξέσκεπα — πρόσφορο — υαλοποιώ — αντιπροτείνω — ρόβη — μικρόμετρο |
|||