|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αλεξίφλογος? — — υψομετρία — λιμνώδης — αγαθά — μαγερειό — καταβρόχθιση — αρτοπρατήριον — κεντρώνω — πελώριος — νιοφερμένος — αντίσταυρα — βάρυπνος — συμφιλιωτικά — διαφανής — Θεσσαλονικιός — ναυλοτιμαριθμοποίηση — καρβουνάκι — παρενέβην — εγκάρδιος — σταυροθολοκτισμένος — σκακιέρα — στροφός |
|||