Новогреческий словарь
στιγματισμένος
στιγματισμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
στιγματισμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δεσμευτικός
—
εργαλείο
—
σοκακάς
—
ρεύω
—
ευγενέστερος
—
πήρα
—
έεπαε
—
αποσφήνωση
—
απόθλιψη
—
επιχάλκωση
—
αμέθοδον
—
φιλονικία
—
μαρινάρω
—
αποτίλλω
—
φεσώνομαι
—
επώνυμος
—
βιλαγέτιον
—
υψομετρικά
—
φιλαλήθεια
—
διαπορθμεύω
—
ανθρωπολάτρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве