|
собранный; подобранный (тж. о волосах) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово собранный? — συμμαζευτός как на (ново)греческом будет слово подобранный? — συμμαζευτός как с (ново)греческого переводится слово συμμαζευτός? — собранный, подобранный — επιβράβευση — οειδίζω — ύστερος — φρένο — ξεκούρασμα — κρυπτογράφος — χαλαζόπληκτος — αριθμητικό — ορθό — υψηλοφροσύνη — διασταύρωση — συνέπεια — ψυχοπλακώνομαι — πεφωτισμένος — σφοδρός — δίσημος — γαζής — κατάνευση — ανάπτω — ηπατοτομία — φουκαριάρικος |
|||