Новогреческий словарь
ατσαλώνομαι
ατσαλώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατσαλώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανιαρώς
—
αλούπι
—
παπαρδέλα
—
ανεξαρτοποιούμαι
—
εμπορευματολόγος
—
αργαλεύω
—
θλάση
—
μεταβαλλόμενος
—
ίδρυμα
—
χαμούλκός
—
μελισσοκομικός
—
λαχανοπωλείο
—
αντικρινός
—
πωλώ
—
οπλιταγωγό
—
χάζι
—
ανάτρεχα
—
άσμιγος
—
καρδάρα
—
κλειδωμένος
—
χιλιογραμμόμετρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве