|
крокодил #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крокодил? — κροκόδειλος как с (ново)греческого переводится слово κροκόδειλος? — крокодил — παρατυχών — εφίσταμαι — σατινέ — αμαξιάτικα — νησσοτροφία — νικέλωση — μαχαιράκι — κεραμευτική — θερμαίνομαι — πυκνοκατωκημένος — γιαουρτόσουπα — δακτυλοδειχτούμενος — λαπαροτομία — ελονοσία — ανασωσμός — χατιρικός — κηδεμονία — αχρωματία — ψευδοδιλημματικός — καρκινολογία — βουκολικά |
|||