|
II η пенни (монета) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пенни? — πέννα как с (ново)греческого переводится слово πέννα? — пенни — τέτοιος — ιμπρεσάριος — αλληλοφαγωμός — αναύλωτος — τέλμα — δούκισσα — απόχωση — υπομάσχαλος — ανταλλάσσω — απόχηρος — τσουγκρίζω — καραγκιοζλίδικος — αισθητός — ρυζάλευρο — φορατζής — βούτηγμα — οινομαγειρείον — κλονίζω — συμπλήρωμα — λεμονιά — εφεδρικός |
|||