Новогреческий словарь
ξεγίνομαι
ξεγίνομαι
:
ό, τι έγινε δέν ~εται — [phrase]что было, то было(__,__) что прошло, того уж не вернёшь[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ξεγίνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λαζαρέτο
—
οδύσσεια
—
εκνιτρώ
—
φοδράρω
—
πινελλάρισμα
—
δακρυογόνος
—
αμόλυντος
—
πταίστης
—
φρένο
—
τάχυνση
—
ξεσκάω
—
περιβρέχομαι
—
προσωποκρατώ
—
διαιτητής
—
αραμπαδιά
—
χορταστικός
—
ασθενωπία
—
αλληλοτυπία
—
ανατροχάζω
—
λυπομανής
—
κεφαλαιουχικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве