|
диагностический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово диагностический? — διαγνωστικός как с (ново)греческого переводится слово διαγνωστικός? — диагностический — παντζάρι — φρύανο — ελληνόγλωσσος — όνομα — ετοιμοπαράδοτος — βιολιτζού — προπέλλα — εχθροπάθεια — ξεναγουμενος — δοξαρίζω — έβγα — ανάσυρτα — παγόβουνο — εμπαιγμός — φωτοταξία — παρατρώγω — εξοδιαστής — αμφιφανής — καλέμι — μεταφορικά — επικοινωνιακά |
|||