Новогреческий словарь
χρόσακτις
χρόσακτις
(-ινος)
испускающий золотые лучи
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
испускающий золотые лучи
? —
χρόσακτις
как с
(ново)греческого
переводится слово
χρόσακτις
? — испускающий золотые лучи
#
(ново)греческий словарь
—
ανυπαγόρευτο
—
συμπεριλαμβανομένος
—
χρονολογώ
—
αποφλοιώνω
—
διαγραφείς
—
ακροποδητί
—
δρομαίος
—
διακολύμβηση
—
μάχη
—
ηλοπάτημα
—
ασκηταριό
—
πλήγμα
—
διακόσια
—
αναλφάβητος
—
υπόπρυμνος
—
νόμος
—
αρεστός
—
μπρισίμι
—
θηλυγονία
—
πόρτο
—
ψαλτάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,