|
(превосх. ст. от γαληνός) : η Αυτού Γαληνότατη Υψηλότης — [phrase]его величество[/phrase] #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γαληνότατος? — — αποδεκατισμός — μεταίχμιο — μαιευτικός — εθελοδουλεία — αρχιδούκας — αζύγιαστος — θαλασσόβραχος — φαινασετίνη — βαριοκοιμάμαι — μηχανόλαδο — τροχάδην — κουτσαβάκισσα — κατάδοση — γιορτινοντυμένος — γαλανομάτης — σύγχυση — αμνειός — διαμοίραση — κλεφτοφάναρο — πορθμέας — στασιώτης |
|||