|
η мед. анурия, задержка мочи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово анурия? — ανουρία как на (ново)греческом будет слово задержка мочи? — ανουρία как с (ново)греческого переводится слово ανουρία? — анурия, задержка мочи — πρωτεϊνοθεραπεία — πλησμονή — πελαλάδα — εμφανοτυπικός — εντομοαπωθητικός — σκαλιστήρι — απόπλους — πλάγι — γοητευμένος — αποσηπτικός — εγκαίρως — ξαντήριο — αγκελώνω — ὠτακουστέω — σάλτσα — ποσολογία — άτεχνος — αμμουδόπετρα — γεωδαίτης — τουμπεκί — ανεπιφύλακτος |
|||